- διαφορικό
- Τεχνικός όρος που αναφέρεται στον μηχανισμό ο οποίος επιτρέπει στους κινητήριους τροχούς των αυτοκίνητων οχημάτων να περιστρέφονται με διαφορετικές ταχύτητες.
(Μαθημ.) Ο όρος αναφέρεται στα μαθηματικά εφόσον πρόκειται αρχικά για μία πραγματική συνάρτηση μιας πραγματικής μεταβλητής. Αν f είναι μία τέτοια συνάρτηση της μεταβλητής x και παράγωγος f’(χ) για μια τιμή x της μεταβλητής, τότε το γινόμενο f(x) ⋅ h, όπου h (≠0) είναι επίσης (πραγματική) μεταβλητή, ονομάζεται το δ. της συνάρτησης f για την τιμή χ και συμβολίζεται με df(x), δηλαδή είναι (από ορισμό) df(x) = f(x) ⋅ h. Αν η f υπάρχει (και είναι πραγματικός αριθμός) για κάθε χ από το πεδίο ορισμού της f, τότε o προηγούμενος τύπος ορίζει μία συνάρτηση δύο μεταβλητών και ονομάζεται (η συνάρτηση αυτή) δ. της f και η f διαφορίσιμη συνάρτηση. Κατά τον προηγούμενο ορισμό, αν η τιμή της συνάρτησης f είναι x (για κάθε x του πεδίου ορισμού της), τότε o προηγούμενος τύπος δίνει: dx = h. Αν συμφωνηθεί για όλες τις συναρτήσεις που έχουν δ. να παίρνουμε το ίδιο h, τότε o τύπος για το δ. γράφεται: df(x) = f’(x)dx. Έτσι η παράγωγος μπορεί να συμβολίζεται:

δηλαδή ως το πηλίκο του δ. της f στο x διά του δ. της ανεξάρτητης μεταβλητής dx.
Αν f είναι μία διαφορίσιμη συνάρτηση (όπως προηγουμένως), τότε το δ. της σε μία θέση x μπορεί να παρασταθεί γεωμετρικά, με την υπόθεση ότι στη θέση x είναι . H παράσταση, σύμφωνα με το σχήμα, γίνεται ως εξής: παριστάνουμε την f σε ένα ορθογώνιο σύστημα αξόνων· στο σημείο (x, f(x)) της γραφικής παράστασης της f υπάρχει εφαπτομένη της με κλίση, όπως είναι γνωστό, τον αριθμό f’(x). Τότε από το ορθογώνιο τρίγωνο (ΜΠΡ) είναι:
 = (εφω) · d(x) = f’(x)dx,
δηλαδή το δ. df(x), για το εκλεγόμενο dx, παριστάνεται από το διάνυσμα (ακριβέστερα: το προσανατολισμένο τμήμα) ΠΡ και ισούται με την αλγεβρική του τιμή. Για dx απόλυτα αρκετά μικρό το δ. df(x) και η μεταβλητή της f, f(x + dx) – f(x) = Δf(x), έχουν αρκετά μικρή διαφορά και γι’ αυτό το df(x) μπορεί να χρησιμοποιείται ως μια προσεγγιστική τιμή της μεταβολής Δf(x) της f από τη θέση x στη θέση x + dx. Για παράδειγμα, στην περίπτωση ενός κύκλου με ακτίνα, έστω 2 εκ., αν η ακτίνα του αυξηθεί κατά 0,01 εκ., το εμβαδόν του αυξάνει κατά: π (2 + 0,01)2 – π22 = π2,012 – π22 = π0,0401 τ. εκ. Η αύξηση αυτή υπολογίζεται, κατά προσέγγιση, ως εξής: το εμβαδόν κύκλου με ακτίνα χ εκ. είναι: E(x) = πx2, συνεπώς είναι dE(χ) = 2πxdx και, για χ = 2 εκ. και dx = 0,01 εκ. dE(x) = 2π · 2 · 0,01 = π0,04 τ. εκ., που εκφράζει κατά ικανοποιητική προσέγγιση την αύξηση π · 0,0401 τ. εκ. του εμβαδού του κύκλου που θεωρήσαμε.
Η έννοια του δ. δίνεται προκειμένου ακόμα και για μιγαδική συνάρτηση μιγαδικής μεταβλητής, για διανυσματική συνάρτηση πραγματικής μεταβλητής, καθώς και για συνάρτηση με περισσότερες από μία μεταβλητές (μερικό δ.).
ΔΙΑΦΟΡΙΚΟ
* * *το1. μαθ. το γινόμενο τής παραγώγου μιάς συναρτήσεως* επί την ανεξάρτητη μεταβλητή της2. (μηχ.) τμήμα μηχανής αυτοκινήτου, ντιφερανσιέλ.
Dictionary of Greek. 2013.